Γράφει ο Κωνσταντίνος Σ. Ναλμπάντης, Κολωνία
To απάνθρωπο σχέδιο επεκτείνεται και στους ελληνορθόδοξους ποντίους σε αντίποινα του απελευθερωτικού κινήματός τους και της συμμαχίας τους με την Ρωσία ως προστάτιδας των Χριστιανών της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η εφαρμογή του σταθερού προγράμματος εξόντωσης της χριστιανοσύνης από όλο το μήκος και το πλάτος της παλιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της εξολόθρευσης δηλαδή ενός αρχαίου χριστιανικού πολιτισμού, ο οποίος είχε ξεκινήσει μια θαυμαστή ανάπτυξη και μία πνευματική ανανέωση, αρχίζει να εντείνεται από το 1911 και φθάνει σε πλήρη έξαρση μέχρι τη συνθήκη του Μούδρου το 1918 και επανεμφανίζεται και πάλι μετά τα συνέδρια του Ερτζερούμ και της Σεβάστειας το 1919, παίρνοντας μέχρι το 1922 την έκταση της γενοκτονίας, που σήμερα είναι γνωστή ως ολοκαύτωμα των Ποντίων.( το 1916 άρχισε η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο με 350.000 νεκρούς ως το 1924, ενώ σε εκείνες τις περιοχές τους δεν έγινε ποτέ πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας).
Εκτελεστές του σχεδίου εξοντώσεως των Ποντίων ήταν αρχικά τα στελέχη των Ιττιχάτ: Ενβέρ, Ταλαάτ Πασάς και Τζεμάλ Πασάς και μετέπειτα ο πιστός φίλος και συνεργάτης του Κεμάλ Τοπάλ Οσάλ . Ιδίως με το λεγόμενο Σεφερπεγλίκ το 1914, επιστρατεύεται και όλος ο άρρενες, μη μουσουλμανικός πληθυσμός του Πόντου και κυρίως Έλληνες και Αρμένιοι που στέλνονται στα τάγματα και εκεί πεθαίνουν από την πείνα δίψα και τις κακουχίες.
Οι μη καταταγέντες απαγχονίζονται. Διατάσσεται η εκτόπιση από πόλεις και χωριά χιλιάδων γυναικόπαιδων και η εξορία τους σε άγνωστους τόπους, ακόμη και η εκκένωση ολόκληρων πόλεων.
Οι αποστολές αυτές εννέα και πλέον τον αριθμό γυναικόπαιδων (σεφκιάτ) οδηγούνται μέσα σε παγετώνες κάτω από φρικιαστικές συνθήκες από τόπο σε τόπο, επιβιώνοντας ελάχιστοι από αυτούς από τις κακουχίες, τους βιασμούς και επιθέσεις των Τούρκων. Οι οργανωμένες και αυθόρμητες βιαιότητες, οι βιασμοί και οι δολοφονίες με μεγάλη βαρβαρότητα ήταν στην ημερήσια διάταξη.
Πληθυσμοί ολόκληρων πόλεων και χωριών, όπως της Πάφρας, της Τριπόλεως, της Σάντας κ.α. ξεκληρίζονται ολοκληρωτικά. Εκτελούνται άρχοντες (πρόκριτοι), βουλευτές, δημοσιογράφοι, καθηγητές, δάσκαλοι, ακόμα και μαθητές γυμνασίων και κληρικοί, πυρπολούνται πόλεις και χωριά και γίνονται ομαδικές σφαγές, πολιορκούνται και λεηλατούνται μοναστήρια και εκκλησίες.
Υπήρχε η εφαρμογή πολιτικής βίας ενάντια στις γυναίκες, την αρπαγή γυναικών και τον εγκλεισμό σε χαρέμια των τούρκων, βίαιο εξισλαμισμό, μαζικούς βιασμούς και μαζικές εγκυμοσύνες. Είχαμε σφαγή εγκύων γυναικών, αρπαγή παιδιών, βρεφών από τις τουρκικές οικογένειες. Είχαμε μαζική διακόρευση κοριτσιών ηλικίας από 6 ως 1Ο ετών, τη σφαγή μικρών παιδιών. Το σύνολο των θυμάτων της γενοκτονίας υπολογίζεται σε 3ΟΟ.ΟΟΟ - 350.ΟΟΟ περίπου.
Οπως αναφέρει και ο Ενεπεκίδης, η γενοκτονία αλλά Τούρκα είναι βουβή, πονηρή, ανατολίτικη δεν έχει θεωρητικά βάση, αλλά μάλλον πρακτικά, πλιατσικολογικά.
Οι καλούμενες εντοπίσεις, εξορίες των κατοίκων ολόκληρων χωριών, οι εξοντωτικές εκείνες οδοιπορίες μέσα στο χιόνι των γυναικόπαιδων και των γερόντων – οι άνδρες βρίσκονται ήδη στα καταναγκαστικά τάγματα εργασίας ή στο στρατό – δεν οδηγούν φυσικά σε κανένα Auschwitz με τους διαβολικά οργανωμένους μηχανισμούς της φυσικής εξόντωσης του ανθρώπου και είναι όμως ένα φρικιαστικό Auschwitz εν ροή, οι άνθρωποι πέθαιναν καθ΄ οδό, δεν περπατούσαν για να φτάσουν κάπου, περπατούσαν από υποχρέωση για να πεθαίνουν από τις κακουχίες, την παγωνιά, τον εξευτελισμό της ανθρώπινης τιμής και αξιοπρέπειας. Δεν υπήρχε στο τέρμα κανένα Ausschwitz γιατί για τους περισσότερους δεν υπήρχε τέρμα.
Ένα μέρος του Ελληνορθόδοξου πληθυσμού του Πόντου εξαναγκάζεται σε εξισλαμισμό. Παρά τις συστηματικές επιχειρήσεις αφελληνισμού ζούσαν μέχρι το 1922 στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου και της Νότιας Ρωσίας περίπου 1.5ΟΟ.ΟΟΟ Έλληνες πόντιοι. Οι Έλληνες στη Μικρά Ασία ( Πόντο, Ιωνία και Καππαδοκία ) και στην Ανατολική Θράκη ήταν 2.6Ο1.312 πριν από το 1914 με βάση τις οθωμανικές στατιστικές, τη στιγμή που ο συνολικός πληθυσμός μόλις πλησίαζε τα 9.5 εκατομμύρια.
Η επόμενη καταμέτρησή τους έγινε στην Ελλάδα το 1928, ως προσφύγων αυτή τη φορά, και βρέθηκαν να είναι 1.221.849.΄Οπως προαναφέραμε η μοίρα τους είχε προδιαγραφεί από το 1908, μετά το κίνημα των Νεότουρκων. Οι Νεότουρκοι αρνήθηκαν ότι υπήρχε εθνικό ζήτημα στην Τουρκία και επέλεξαν την πολιτική της βίαιης αφομοίωσης των εθνικών κοινοτήτων. Το 1911 αποφάσισαν σε συνέδριό τους την εξόντωση των μη τουρκικών εθνοτήτων.
Οι ανθελληνικοί διωγμοί
Η συστηματική επιδιωκόμενη εξόντωση των Ελλήνων εντάθηκε κυρίως τις παραμονές και κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου. Ή από τις αρχές του 1914 άρχισε κατ΄ εντολή του Κεντρικού Κομιτάτου των Νεότουρκων της ΄Ενώσεως και προόδου, που είχε την έδρα του στην Κωνσταντινούπολη, που άρχισε ο εμπορικός αποκλεισμός κατά του ελληνικού εμπορίου.
Αυτόν όμως τον αποκλεισμό τον ματαίωσαν οι εντόπιοι τούρκοι έμποροι της Τραπεζούντας, γιατί φοβήθηκαν αντίποινα των ελληνικών εμπορικών και τραπεζικών οίκων και σε περίπτωση αλλαγής καθεστώτος. Όταν όμως άρχισε ο πόλεμος, οι Τούρκοι, υποκινούμενοι και από τους φίλους τους Γερμανούς, οι οποίοι τους ενέπνεαν τον κίνδυνο, το οποίον διέτρεχε η ασφάλεια των παραμεθορίων και παραλίων περιοχών της Τουρκίας, άρχισαν και εφάρμοζαν τους ομαδικούς εκτοπισμούς των Ελλήνων προς τα εσωτερικά της χώρας.
Οι γονείς και ο παππούς μου π.χ. που προερχότανε από τα παράλια της Προύσας, το Γιαλί Τσιφλίκι, είχαν εκτοπιστεί το 1911 ως το 1914 και από το 1914 ως το 1918 προς το εσωτερικό της χώρας και κατοικούσαν στην πόλη της Προύσας.
Εκείνη την εποχή και σε όλη την Μικρά Ασία και στον Πόντο, επεκτάθηκαν και οι σφαγές εναντίον των Αρμενίων, κατά τη διάρκεια των οποίων, όπως λέγεται ο μητροπολίτης της Τραπεζούντας Χρύσανθος ως και πολλοί πρόκριτοι Έλληνες, ενήργησαν με κάθε τρόπο, όπως σώσουν όσους Αρμενίους ήτανε δυνατόν. Κατά τη διάρκεια μάλιστα του Απριλίου 1916 της κατάληψης της Τραπεζούντας από το Ρωσικό στρατό, ο Τούρκος γενικός διοικητής, όταν αναχώρησε, άφησε τη διοίκηση της χώρας σε προσωρινή μικτή κυβέρνηση κάτω από την προεδρία του μητροπολίτη.
΄Οταν την 5. Απριλίου του 1918 από την Ανατολική πλευρά εισήλθε στις περιοχές του Πόντου ο ρωσικός στρατός στην Τραπεζούντα, η ορθόδοξος εκκλησία αυτής της επαρχίας μερίμνησε , ώστε να μην μείνει η χώρα ακυβέρνητη, αλλά να μπορέσει να συνταχθεί ως αυτόνομο κράτος, και να διοικείται από Έλληνες και Μουσουλμάνους. Μετά όμως από τη ρωσική επανάσταση, αντιλήφθηκαν οι Τούρκοι, ότι ο ρωσικός στρατός δεν επρόκειτο να πολεμήσει και εξαπέλυσαν εναντίον των Ρώσων στην Τραπεζούντα ομάδες άτακτων «Τσέτιδων» , όπου εναντίον των οποίων αντεπεξήλθαν τα ελληνικά χωριά της Τραπεζούντας. Μετά την αποχώρηση των Ρώσων οι τουρκικές αρχές εγκαταστάθηκαν εκ νέου στην Τραπεζούντα.
Η αποχώρηση του ρωσικού στρατού έδωσε το σύνθημα σε ανθελληνικούς διωγμούς, αν και κατά τη διάρκεια της ρωσικής κατοχής ο Έλληνας μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος είχε προστατεύσει και υπερασπιστεί και Τούρκους, οι οποίοι και το ανεγνώρισαν και μετά ευγνωμοσύνης. Οι διωγμοί αυτοί εντάθηκαν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων της ελληνικής Μικρασιατικής εκστρατείας.
Οταν στο τέλος του Οκτωβρίου του 1918 κλείστηκε ανακωχή μεταξύ των συμμάχων και της Τουρκίας, η εκκλησία της Τραπεζούντας πίστευε ακόμα στις δοθείσες επαγγελίες προ του πολέμου από μέρους της Αγγλίας και Αμερικής καθώς επίσης και στις προκηρύξεις του Προέδρου των ηνωμένων Πολιτειών Ουίλσον, και εξακολουθούσε να πιστεύει σε μία καλύτερη τύχη του ελληνικού λαού του πόντου.
Η προέλευση των Άγγλων ανάγκασε τους Τούρκους να συνθηκολογήσουν. Ο αφοπλισμός όμως του τουρκικού στρατού, ετέθη ατυχώς στον στρατηγό Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος είχε στασιάσει κατά της κυβέρνησης του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη. Το Δεκέμβριο του 1918 προελαύνουν οι Γάλλοι από την Συρία και καταλαμβάνουν την Κιλικία.
To απάνθρωπο σχέδιο επεκτείνεται και στους ελληνορθόδοξους ποντίους σε αντίποινα του απελευθερωτικού κινήματός τους και της συμμαχίας τους με την Ρωσία ως προστάτιδας των Χριστιανών της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η εφαρμογή του σταθερού προγράμματος εξόντωσης της χριστιανοσύνης από όλο το μήκος και το πλάτος της παλιάς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της εξολόθρευσης δηλαδή ενός αρχαίου χριστιανικού πολιτισμού, ο οποίος είχε ξεκινήσει μια θαυμαστή ανάπτυξη και μία πνευματική ανανέωση, αρχίζει να εντείνεται από το 1911 και φθάνει σε πλήρη έξαρση μέχρι τη συνθήκη του Μούδρου το 1918 και επανεμφανίζεται και πάλι μετά τα συνέδρια του Ερτζερούμ και της Σεβάστειας το 1919, παίρνοντας μέχρι το 1922 την έκταση της γενοκτονίας, που σήμερα είναι γνωστή ως ολοκαύτωμα των Ποντίων.( το 1916 άρχισε η γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο με 350.000 νεκρούς ως το 1924, ενώ σε εκείνες τις περιοχές τους δεν έγινε ποτέ πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας).
Εκτελεστές του σχεδίου εξοντώσεως των Ποντίων ήταν αρχικά τα στελέχη των Ιττιχάτ: Ενβέρ, Ταλαάτ Πασάς και Τζεμάλ Πασάς και μετέπειτα ο πιστός φίλος και συνεργάτης του Κεμάλ Τοπάλ Οσάλ . Ιδίως με το λεγόμενο Σεφερπεγλίκ το 1914, επιστρατεύεται και όλος ο άρρενες, μη μουσουλμανικός πληθυσμός του Πόντου και κυρίως Έλληνες και Αρμένιοι που στέλνονται στα τάγματα και εκεί πεθαίνουν από την πείνα δίψα και τις κακουχίες.
Οι μη καταταγέντες απαγχονίζονται. Διατάσσεται η εκτόπιση από πόλεις και χωριά χιλιάδων γυναικόπαιδων και η εξορία τους σε άγνωστους τόπους, ακόμη και η εκκένωση ολόκληρων πόλεων.
Οι αποστολές αυτές εννέα και πλέον τον αριθμό γυναικόπαιδων (σεφκιάτ) οδηγούνται μέσα σε παγετώνες κάτω από φρικιαστικές συνθήκες από τόπο σε τόπο, επιβιώνοντας ελάχιστοι από αυτούς από τις κακουχίες, τους βιασμούς και επιθέσεις των Τούρκων. Οι οργανωμένες και αυθόρμητες βιαιότητες, οι βιασμοί και οι δολοφονίες με μεγάλη βαρβαρότητα ήταν στην ημερήσια διάταξη.
Πληθυσμοί ολόκληρων πόλεων και χωριών, όπως της Πάφρας, της Τριπόλεως, της Σάντας κ.α. ξεκληρίζονται ολοκληρωτικά. Εκτελούνται άρχοντες (πρόκριτοι), βουλευτές, δημοσιογράφοι, καθηγητές, δάσκαλοι, ακόμα και μαθητές γυμνασίων και κληρικοί, πυρπολούνται πόλεις και χωριά και γίνονται ομαδικές σφαγές, πολιορκούνται και λεηλατούνται μοναστήρια και εκκλησίες.
Υπήρχε η εφαρμογή πολιτικής βίας ενάντια στις γυναίκες, την αρπαγή γυναικών και τον εγκλεισμό σε χαρέμια των τούρκων, βίαιο εξισλαμισμό, μαζικούς βιασμούς και μαζικές εγκυμοσύνες. Είχαμε σφαγή εγκύων γυναικών, αρπαγή παιδιών, βρεφών από τις τουρκικές οικογένειες. Είχαμε μαζική διακόρευση κοριτσιών ηλικίας από 6 ως 1Ο ετών, τη σφαγή μικρών παιδιών. Το σύνολο των θυμάτων της γενοκτονίας υπολογίζεται σε 3ΟΟ.ΟΟΟ - 350.ΟΟΟ περίπου.
Οπως αναφέρει και ο Ενεπεκίδης, η γενοκτονία αλλά Τούρκα είναι βουβή, πονηρή, ανατολίτικη δεν έχει θεωρητικά βάση, αλλά μάλλον πρακτικά, πλιατσικολογικά.
Οι καλούμενες εντοπίσεις, εξορίες των κατοίκων ολόκληρων χωριών, οι εξοντωτικές εκείνες οδοιπορίες μέσα στο χιόνι των γυναικόπαιδων και των γερόντων – οι άνδρες βρίσκονται ήδη στα καταναγκαστικά τάγματα εργασίας ή στο στρατό – δεν οδηγούν φυσικά σε κανένα Auschwitz με τους διαβολικά οργανωμένους μηχανισμούς της φυσικής εξόντωσης του ανθρώπου και είναι όμως ένα φρικιαστικό Auschwitz εν ροή, οι άνθρωποι πέθαιναν καθ΄ οδό, δεν περπατούσαν για να φτάσουν κάπου, περπατούσαν από υποχρέωση για να πεθαίνουν από τις κακουχίες, την παγωνιά, τον εξευτελισμό της ανθρώπινης τιμής και αξιοπρέπειας. Δεν υπήρχε στο τέρμα κανένα Ausschwitz γιατί για τους περισσότερους δεν υπήρχε τέρμα.
Ένα μέρος του Ελληνορθόδοξου πληθυσμού του Πόντου εξαναγκάζεται σε εξισλαμισμό. Παρά τις συστηματικές επιχειρήσεις αφελληνισμού ζούσαν μέχρι το 1922 στην ευρύτερη περιοχή του Πόντου και της Νότιας Ρωσίας περίπου 1.5ΟΟ.ΟΟΟ Έλληνες πόντιοι. Οι Έλληνες στη Μικρά Ασία ( Πόντο, Ιωνία και Καππαδοκία ) και στην Ανατολική Θράκη ήταν 2.6Ο1.312 πριν από το 1914 με βάση τις οθωμανικές στατιστικές, τη στιγμή που ο συνολικός πληθυσμός μόλις πλησίαζε τα 9.5 εκατομμύρια.
Η επόμενη καταμέτρησή τους έγινε στην Ελλάδα το 1928, ως προσφύγων αυτή τη φορά, και βρέθηκαν να είναι 1.221.849.΄Οπως προαναφέραμε η μοίρα τους είχε προδιαγραφεί από το 1908, μετά το κίνημα των Νεότουρκων. Οι Νεότουρκοι αρνήθηκαν ότι υπήρχε εθνικό ζήτημα στην Τουρκία και επέλεξαν την πολιτική της βίαιης αφομοίωσης των εθνικών κοινοτήτων. Το 1911 αποφάσισαν σε συνέδριό τους την εξόντωση των μη τουρκικών εθνοτήτων.
Οι ανθελληνικοί διωγμοί
Η συστηματική επιδιωκόμενη εξόντωση των Ελλήνων εντάθηκε κυρίως τις παραμονές και κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου. Ή από τις αρχές του 1914 άρχισε κατ΄ εντολή του Κεντρικού Κομιτάτου των Νεότουρκων της ΄Ενώσεως και προόδου, που είχε την έδρα του στην Κωνσταντινούπολη, που άρχισε ο εμπορικός αποκλεισμός κατά του ελληνικού εμπορίου.
Αυτόν όμως τον αποκλεισμό τον ματαίωσαν οι εντόπιοι τούρκοι έμποροι της Τραπεζούντας, γιατί φοβήθηκαν αντίποινα των ελληνικών εμπορικών και τραπεζικών οίκων και σε περίπτωση αλλαγής καθεστώτος. Όταν όμως άρχισε ο πόλεμος, οι Τούρκοι, υποκινούμενοι και από τους φίλους τους Γερμανούς, οι οποίοι τους ενέπνεαν τον κίνδυνο, το οποίον διέτρεχε η ασφάλεια των παραμεθορίων και παραλίων περιοχών της Τουρκίας, άρχισαν και εφάρμοζαν τους ομαδικούς εκτοπισμούς των Ελλήνων προς τα εσωτερικά της χώρας.
Οι γονείς και ο παππούς μου π.χ. που προερχότανε από τα παράλια της Προύσας, το Γιαλί Τσιφλίκι, είχαν εκτοπιστεί το 1911 ως το 1914 και από το 1914 ως το 1918 προς το εσωτερικό της χώρας και κατοικούσαν στην πόλη της Προύσας.
Εκείνη την εποχή και σε όλη την Μικρά Ασία και στον Πόντο, επεκτάθηκαν και οι σφαγές εναντίον των Αρμενίων, κατά τη διάρκεια των οποίων, όπως λέγεται ο μητροπολίτης της Τραπεζούντας Χρύσανθος ως και πολλοί πρόκριτοι Έλληνες, ενήργησαν με κάθε τρόπο, όπως σώσουν όσους Αρμενίους ήτανε δυνατόν. Κατά τη διάρκεια μάλιστα του Απριλίου 1916 της κατάληψης της Τραπεζούντας από το Ρωσικό στρατό, ο Τούρκος γενικός διοικητής, όταν αναχώρησε, άφησε τη διοίκηση της χώρας σε προσωρινή μικτή κυβέρνηση κάτω από την προεδρία του μητροπολίτη.
΄Οταν την 5. Απριλίου του 1918 από την Ανατολική πλευρά εισήλθε στις περιοχές του Πόντου ο ρωσικός στρατός στην Τραπεζούντα, η ορθόδοξος εκκλησία αυτής της επαρχίας μερίμνησε , ώστε να μην μείνει η χώρα ακυβέρνητη, αλλά να μπορέσει να συνταχθεί ως αυτόνομο κράτος, και να διοικείται από Έλληνες και Μουσουλμάνους. Μετά όμως από τη ρωσική επανάσταση, αντιλήφθηκαν οι Τούρκοι, ότι ο ρωσικός στρατός δεν επρόκειτο να πολεμήσει και εξαπέλυσαν εναντίον των Ρώσων στην Τραπεζούντα ομάδες άτακτων «Τσέτιδων» , όπου εναντίον των οποίων αντεπεξήλθαν τα ελληνικά χωριά της Τραπεζούντας. Μετά την αποχώρηση των Ρώσων οι τουρκικές αρχές εγκαταστάθηκαν εκ νέου στην Τραπεζούντα.
Η αποχώρηση του ρωσικού στρατού έδωσε το σύνθημα σε ανθελληνικούς διωγμούς, αν και κατά τη διάρκεια της ρωσικής κατοχής ο Έλληνας μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος είχε προστατεύσει και υπερασπιστεί και Τούρκους, οι οποίοι και το ανεγνώρισαν και μετά ευγνωμοσύνης. Οι διωγμοί αυτοί εντάθηκαν κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων της ελληνικής Μικρασιατικής εκστρατείας.
Οταν στο τέλος του Οκτωβρίου του 1918 κλείστηκε ανακωχή μεταξύ των συμμάχων και της Τουρκίας, η εκκλησία της Τραπεζούντας πίστευε ακόμα στις δοθείσες επαγγελίες προ του πολέμου από μέρους της Αγγλίας και Αμερικής καθώς επίσης και στις προκηρύξεις του Προέδρου των ηνωμένων Πολιτειών Ουίλσον, και εξακολουθούσε να πιστεύει σε μία καλύτερη τύχη του ελληνικού λαού του πόντου.
Η προέλευση των Άγγλων ανάγκασε τους Τούρκους να συνθηκολογήσουν. Ο αφοπλισμός όμως του τουρκικού στρατού, ετέθη ατυχώς στον στρατηγό Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος είχε στασιάσει κατά της κυβέρνησης του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη. Το Δεκέμβριο του 1918 προελαύνουν οι Γάλλοι από την Συρία και καταλαμβάνουν την Κιλικία.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου