1.
Ο υπολογιστής σάς... παχαίνει. Ερευνητές από το Τμήμα Ανθρώπινης
Διατροφής στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης (με επικεφαλής τον δρα J. P.
Chapat) ανακοίνωσαν, στο πρόσφατο 11ο Διεθνές Συνέδριο για την
Παχυσαρκία στη Στοκχόλμη, εργαστηριακά δεδομένα που δείχνουν ότι η
αυξημένη πνευματική εργασία, που έχει αντικαταστήσει τα τελευταία
χρόνια τη σωματική με την εισαγωγή των υπολογιστών, αυξάνει σημαντικά
το σωματικό βάρος.
Οπως ανέφεραν οι ερευνητές,
οι δραστηριότητες που συνεπάγονται χρήση υπολογιστή προκαλούν την
υπερευαισθητοποίηση ορμονών που εμπλέκονται στη διέγερση της όρεξης και
αυξάνουν την αυθόρμητη κατανάλωση τροφών।
2.
Τα προβλήματα βάρους αρχίζουν από τη μήτρα. Πρόσφατα ευρήματα δείχνουν
ότι τα περιττά κιλά στην εγκυμοσύνη έχουν ως αποτέλεσμα ένα μωρό
μεγαλύτερο από τον μέσο όρο που είναι προγεννητικά προγραμματισμένο να
γίνει ένα υπέρβαρο παιδί και να έχει περισσότερες πιθανότητες στην
ενήλικη ζωή του να παρουσιάσει διαβήτη, καρδιοπάθεια και καρκίνο.
Το
Ινστιτούτο Ιατρικής της Εθνικής Ακαδημίας Ερευνών των ΗΠΑ αναφέρει ότι
το ένα τρίτο των γυναικών με φυσιολογικό βάρος και περισσότερες από τις
μισές υπέρβαρες γυναίκες παίρνουν περισσότερο βάρος από το συνιστώμενο
κατά την εγκυμοσύνη.
Η ανάλυση των κυήσεων
μισού εκατομμυρίου γυναικών από την οικονομολόγο της Υγείας στο
Πανεπιστήμιο Κολούμπια δρα Τζάνετ Κάρι και τον δρα Ντέιβιντ Λούντβιχ
του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης βρήκε μια σταθερή σχέση μεταξύ του
βάρους των γυναικών κατά την εγκυμοσύνη και του βάρους των νεογέννητων
παιδιών τους: oι έγκυες που πήραν πάνω από 24 κιλά είχαν διπλάσιες
πιθανότητες να γεννήσουν παιδί πάνω από 4,3 κιλά, σε σχέση με αυτές που
πήραν 8-10 κιλά.
Επειδή το βάρος γέννησης
προβλέπει τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) αργότερα στη ζωή, «τα ευρήματα
αυτά δείχνουν ότι η απόκτηση υπερβολικού βάρους στην εγκυμοσύνη θα
μπορούσε να αυξήσει τον μακροχρόνιο κίνδυνο της παχυσαρκίας και των
ασθενειών που σχετίζονται με αυτήν», συμπέραναν οι συγγραφείς της
μελέτης στην έκθεσή τους, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Αύγουστο στην
ηλεκτρονική έκδοση της επιθεώρησης «The Lancet».
Παρόμοια
αποτελέσματα βρήκε άλλη πρόσφατη μελέτη από το Πανεπιστήμιο της
Καλιφόρνιας, που δημοσιεύθηκε το καλοκαίρι στην επιθεώρηση
«Circulation» και βρήκε ότι τα παιδιά που είχαν γεννηθεί από εγκύους
που είχαν πάρει περισσότερο βάρος του συνιστώμενου στην κύηση, ήταν
στην ηλικία των 9 ετών υπέρβαρα και είχαν αρκετούς παράγοντες κινδύνου
για καρδιοπάθεια και πιο αδύναμο ανοσολογικό σύστημα.
Οι
ειδικοί συνιστούν στις γυναίκες με ΔΜΣ έως 18,5 να παίρνουν 14-20 κιλά
στην εγκυμοσύνη, σε εκείνες με ΔΜΣ 18,6-24,9 12-17 κιλά και σε αυτές με
ΔΜΣ 25-29 7,5-12,5 κιλά।
3. Κοιμηθείτε
για να... αδυνατίσετε. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης (με
επικεφαλής τον δρα J. Chapat) ανακοίνωσαν στο πρόσφατο Διεθνές Συνέδριο
για την Παχυσαρκία εργαστηριακά δεδομένα που δείχνουν ότι όσοι δεν
κοιμούνται αρκετά (8-9 ώρες τη νύχτα) παρουσιάζουν μείωση στα επίπεδα
της ανορεξιογόνου ορμόνης λεπτίνης και αύξηση στα επίπεδα της ορμόνης
γκρελίνης.
«Η τελευταία συντίθεται κυρίως στο
στομάχι και δρα σε συγκεκριμένους υποδοχείς του άξονα
υποθαλάμου-υπόφυσης, επηρεάζοντας τα επίπεδα της αυξητικής ορμόνης. «Η
γκρελίνη φαίνεται να αυξάνει την όρεξη», λέει ο αντιπρόεδρος του
Ελληνικού Ινστιτούτου Διατροφής Κωνσταντίνος Ξένος, που παρακολούθησε
το συνέδριο.
«Σε μελέτες μάλιστα που έγιναν σε
άτομα που έχασαν πολύ βάρος με αυστηρή δίαιτα, φάνηκε πως τα επίπεδα
της γκρελίνης αυξάνονται θεαματικά και ίσως αυτό να εξηγεί γιατί η
συντήρηση του απολεσθέντος βάρους ύστερα από τέτοιες δίαιτες είναι πολύ
δύσκολη».
Νέα μελέτη, άλλωστε, από τα
Πανεπιστήμια Ουάσιγκτον και Καλιφόρνιας, όπου παρακολουθήθηκαν επί
χρόνια 1।930 παιδιά ενός μηνός έως 13 ετών, έδειξε ότι «υπάρχει ένα
κρίσιμο "παράθυρο" στην ηλικία πριν από τα 5 χρόνια, όπου ο νυκτερινός
ύπνος είναι σημαντικός για τη μετέπειτα κατάσταση παχυσαρκίας», λένε οι
ερευνητές. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Archives of Pediatrics
& Adolescent Medicine».
4. Ο
θηλασμός φτιάχνει λεπτά παιδιά. Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της
Πάλμας της Μαγιόρκας στην Ισπανία (με επικεφαλής τον δρα Α. Παλού),
παρουσίασαν στο διεθνές συνέδριο για την παχυσαρκία συμπερασματικά
στοιχεία από μελέτες σε πειραματόζωα και ανθρώπους, τα οποία δείχνουν
πως η ορμόνη λεπτίνη αποτελεί βασικό συστατικό του θηλασμού και όταν η
διατροφή των βρεφών είναι ελλιπής σε αυτή την ουσία (όπως στις βρεφικές
φόρμουλες έναντι του θηλασμού), αυξάνονται οι πιθανότητες εμφάνισης
παχυσαρκίας στην ενήλικη ζωή.
Η λεπτίνη
βρίσκεται σε μεγάλες συγκεντρώσεις στο πρωτόγαλα και τα επίπεδά της
μειώνονται σταδιακά όσο προχωρά ο θηλασμός, με αποτέλεσμα να υπάρχουν
χαμηλές συγκεντρώσεις της στο μητρικό γάλα μετά τους πρώτους έξι μήνες।
5.
Γενετικό τεστ για σωστό πρόγραμμα αδυνατίσματος. Ερευνητές από το
Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στις ΗΠΑ βρήκαν ότι οι γυναίκες που
ακολούθησαν πρόγραμμα δίαιτας και άσκησης σύμφωνα με τα γονίδιά τους
έχασαν τρεις φορές περισσότερο βάρος σε σχέση με όσες δεν το έκαναν.
Αδυνάτισαν
μάλιστα στη μέση πάνω από 6,5 εκατοστά, σε σύγκριση με 2,3 εκατοστά σε
όσες δεν ακολούθησαν τις γενετικές συμβουλές, σύμφωνα με τα
αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν στο εφετινό ετήσιο συνέδριο της
Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Το τεστ,
που κυκλοφορεί ήδη στις ΗΠΑ (έναντι 100 δολαρίων) και γίνεται με
εξέταση αίματος στο σπίτι και αποστολή του στο ειδικό εργαστήριο,
βασίζεται στην ανάλυση πέντε διαφοροποιήσεων σε τρία γονίδια, που
επηρεάζουν την επεξεργασία των τροφών και την αποθήκευση του λίπους.
Ανάλογα
με τα αποτελέσματα, ο εξεταζόμενος εντάσσεται σε μία από έξι
κατηγορίες. Στις τρεις πρώτες εντάσσονται όσοι χρειάζεται να βρουν
ισορροπία μεταξύ λιπών και υδατανθράκων, στη δεύτερη αυτοί που πρέπει
να μειώσουν την πρόσληψη λίπους και μόνον και στην τρίτη όσοι πρέπει να
μειώσουν τους υδατάνθρακες (ψωμί, ρύζι, δημητριακά κ.ά.) _ όλα αυτά με
τη βοήθεια μέτριας μόνο άσκησης.
Στις τρεις
επόμενες κατηγορίες εντάσσονται όσοι χρειάζονται τις ίδιες αντίστοιχα
διαιτητικές οδηγίες με τους πρώτους, αλλά έχουν ανάγκη πολύ έντονης
άσκησης για να χάσουν βάρος.
Οι επιστήμονες που
ανέπτυξαν το τεστ, βρήκαν ότι το 45% των λευκών γυναικών έχουν
περισσότερες πιθανότητες να είναι υπέρβαρες λόγω διατροφής πλούσιας σε
υδατάνθρακες, ενώ το 39% έχουν προδιάθεση να απορροφούν περισσότερο
λίπος από τη διατροφή τους.
Η δρ Ρουθ Λους,
όμως, από τη Μονάδα Επιδημιολογίας του Ερευνητικού Συμβουλίου του
Κέμπριτζ, σχολίασε ότι τέτοιου είδους τεστ υπεραπλουστεύουν ένα
εξαιρετικά πολύπλοκο πεδίο της επιστήμης. Ακόμα και εάν υπάρχει
γενετική προδιάθεση για παχυσαρκία, οι έρευνες δείχνουν ότι η άσκηση
μπορεί να μειώσει την επίδραση των γονιδίων κατά 40%.
«Επειδή
το περιβάλλον και ο τρόπος ζωής παίζουν τεράστιο ρόλο στην παχυσαρκία,
αυτά τα τεστ δίνουν μόνο γενικές συμβουλές», είπε η δρ Λους।
6.
Τα προβιοτικά τρόφιμα μας χορταίνουν. Στο πρόσφατο Διεθνές Συνέδριο για
την Παχυσαρκία, η ερευνήτρια Αν Μπεργκ από το Πανεπιστήμιο της
Κοπεγχάγης παρουσίασε μια νέα ιδιότητα των προβιοτικών τροφίμων. Η
ιδιότητα αυτή αναφέρεται στον κορεσμό του ανθρώπινου οργανισμού, τον
οποίο μπορεί να προκαλέσει η κατανάλωση προβιοτικού L. Casei, με οφέλη
στον έλεγχο ή στη μείωση του σωματικού βάρους.
«Ο
γαλακτοβάκιλλος αυτός, τον οποίο συναντάμε σε προβιοτικά τρόφιμα και σε
κάψουλες, έχει εκπληκτική αντοχή στις γαστρικές εκκρίσεις,
καταφέρνοντας έτσι να φθάσει σχεδόν ανεπηρέαστος σε μεγάλες
συγκεντρώσεις στο έντερο, όπου συμβάλλει στην αποίκηση και διατήρηση
της επιθυμητής σύνθεσης της μικροχλωρίδας», εξηγεί ο κ. Ξένος.
«Εως
σήμερα γνωρίζαμε ότι ο γαλακτοβάκιλλος αυτός αναστέλλει τη δράση
παθογόνων βακτηρίων και προάγει την άμυνα του οργανισμού έναντι των
λοιμώξεων του εντερικού σωλήνα। Στη μελέτη από τη Δανία φάνηκε ότι το
προβιοτικό αυτό ενδέχεται να διαδραματίζει θετικό ρόλο στην ικανοποίηση
της όρεξης, πιθανώς λόγω της απελευθέρωσης ορμονών από το έντερο, οι
οποίες σχετίζονται με τον κορεσμό».
7.
Πλεονεκτεί η χειρουργική από τη συντηρητική θεραπεία της παχυσαρκίας. Η
χειρουργική αντιμετώπιση της αυξημένης παχυσαρκίας ή εκείνη με δίαιτα
και γυμναστική είναι πιο αποτελεσματική.
Μια
μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα από τη Σουηδία (Swedish Obese Subjects
Study), περιέλαβε 4.047 άτομα με νοσογόνο παχυσαρκία. Σε αυτούς
περιελήφθησαν 35 ασθενείς με ισχαιμική καρδιοπάθεια, από τους οποίους
21 επέλεξαν τη βαριατρική χειρουργική και 14 τη συντηρητική
αντιμετώπιση.
«Οι χειρουργηθέντες είχαν πιο
σημαντικές μειώσεις στους καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου και
ανακούφιση από τα συμπτώματα της καρδιαγγειακής τους νόσου, ενώ
μπόρεσαν να επιδείξουν καλύτερα ποσοστά σωματικής δραστηριότητας και
καλύτερη ποιότητα ζωής», λέει η λέκτωρ Επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου
Αθηνών Ντόρα Ψαλτοπούλου.
«Υστερα από συνεχή
παρακολούθηση για μία δεκαετία, είχαν μεγαλύτερη βελτίωση των ποσοστών
υπέρτασης, διαβήτη, κατάθλιψης και σωματικής δραστηριότητας συγκριτικά
με τους ασθενείς που επέλεξαν συντηρητικό τρόπο αντιμετώπισης। Δεν
υπάρχουν όμως ακόμη διαφοροποιήσεις ως προς την καρδιαγγειακή τους
νοσηρότητα ή θνητότητα».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου